Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη για τις οικονομικές προοπτικές της ευρωζώνης – Βίντεο

Willem Buiter

Έρευνα – Επιμέλεια: Μιχάλης Ξεκαρδάκης (MSc Banking and Finance in Emerging Economies)

Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη σχετικά με την παρούσα κατάσταση και το μέλλον της Ευρωζώνης παρέθεσε ο γνωστός Οικονομολόγος Willem Buiter στο πλαίσιο του κύκλου διαλέξεων «C. Peter McColough» που διοργανώνει το Council of Foreign Relations. Ο W. Buiter έχει υπάρξει τακτικός καθηγητής σε πέντε πανεπιστήμια – στο Cambridge, στο Bristol, στο LSΕ, στο Yale και στο Άμστερνταμ. Μιλάει Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Δανικά και Ισπανικά, ενώ ορκίζεται στα Ιταλικά όπως λέει χαριτολογώντας. Επιπλέον, έχει εξαιρετική εμπειρία στον χώρο, αφού έχει εργαστεί ως σύμβουλος της Παγκόσμιας Τράπεζας και ενός ακόμη πλήθους αντίστοιχων οργανισμών. Κυρίως, όμως, έχει πραγματική εμπειρία στον ιδιωτικό τομέα, καθώς έχει υπάρξει διευθυντής Οικονομολόγος στην Goldman Sachs και στην Citibank.

Αρχικά ο Tomilson Hill υπέβαλλε έναν αριθμό ερωτήσεων στον W. Buiter σχετικά με το μέλλον της Ευρωζώνης, τον ρόλο των Κεντρικών τραπεζών, τον ρόλο της Γερμανίας, την αντιμετώπιση της κρίσης σε σχέση με αντίστοιχες ενέργειες των ΗΠΑ στη δική τους κρίση. Στη συνέχεια, οι θεατές υπέβαλλαν τις δικές τους ερωτήσεις, που αφορούσαν την κατάσταση της Γαλλίας, την πιθανότητα εξόδου της Βρετανίας από το Ευρώ αλλά και την κατάσταση του ευρωπαϊκού νομίσματος που παραμένει ισχυρό εν μέσω κρίσης.

Η συζήτηση ξεκίνησε με την άποψη του W. Buiter σχετικά με το μέλλον της ευρωζώνης σε τρία χρόνια απο σήμερα. Σε πρώτη φάση θεωρεί πως η Ευρωζώνη θα έχει τουλάχιστον ένα νέο μέλος, την Λιθουανία), ενώ το πολύ δύο, η Ελλάδα και η Κύπρος, έχουν υψηλό ρίσκο αποχώρησης. Επιπλέον, σε τρία χρόνια θα έχει προχωρήσει η τραπεζική ενοποίηση με την έννοια οτι θα υπάρχει ένας μηχανισμός υπερεποπτείας, όπου η ΕΚΤ θα έχει αποτελεσματικό έλεγχο, ενώ οι εθνικοί επόπτες και ρυθμιστές θα είναι υπο τον έλεγχό της. Ακόμη θα υπάρξει ένας μοναδικός μηχανισμός επίλυσης τραπεζικών προβλημάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο που θα λειτουργεί σε τρία στάδια. Πρώτα θα πρέπει να διασώζονται οι ανασφάλιστοι πιστωτές σε περίπτωση κατάρρευσης κάποιας τράπεζας. Οτιδήποτε πέρα απο τους καταθέτες που είναι ανασφάλιστοι σε περίπτωση κατάρρευσης θα τίθεται σε κίνδυνο. Σε δεύτερο επίπεδο, θα υπάρχει επαρκής ασφάλεια κοινών καταθέσεων που θα αποσοβεί «βλακείες αντίστοιχες της περίπτωσης της Κύπρου». Τρίτον, με την πολιτική της περιορισμένης ασφάλειας καταθέσεων, δε θα μπορούμε να έχουμε ευρωομόλογα, καθώς αφενός το ESM δεν μπορεί να αυξήσει τα κεφάλαιά του, χωρίς να υπάρχει πολιτική νομιμοποίηση, αφετέρου κανενα απο τα έθνη-κράτη της Ευρώπης δεν θα είναι διατεθειμένο να αναλάβει μέρος του κόστους διάσωσης των τραπεζικών συστημάτων της Ευρώπης. Επομένως θα υπάρξουν μεγάλης κλίμακας εγγυήσεις προκειμένου να ανακτηθούν ικανά επίπεδα μόχλευσης. Θα πρόκειται για μια νέα περίοδο εγγυήσεων, αναδιαρθρώσεων χρεών και μηχανισμών επίλυσης τραπεζικών προβλημάτων.

Η επόμενη ερώτηση είχε να κάνει σχετικά με τη δύναμη των Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών, τα εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους και τα μέτρα που μπορούν να πάρουν για να αποφύγουν συστημικές ανησυχίες.

Κάθε Κεντρική τράπεζα έχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει προβλήματα που αφορούν την έκθεση του εγχώριου νομίσματος σε κινδύνους. Υπάρχουν, ωστόσο, ορισμένοι περιορισμοί που αναφέρονται κυρίως στον ιστορικό τρόπο σκέψης, την κουλτούρα και σε μικρότερο βαθμό κάποια νομοθεσία που θέτει περιορισμούς. Η ΕΚΤ για παράδειγμα θέλει να ανησυχεί περισσότερο για τον πληθωρισμό, σε αντίθεση με τη FED και την τράπεζα της Αγγλίας, για αυτό και ποτέ δεν θα χρηματοδοτήσει τόσο, ώστε να απειληθεί το επίπεδο του πληθωρισμού. Ακόμη και η αγορά τοξικών ομολόγων που πραγματοποιήθηκε τώρα, έγινε υπο αυστηρούς όρους, ένα είδος αυστηρού αυτοπεριορισμού απο τον οποίο δε θα αποκλείνει η ΕΚΤ. Έτσι, για παράδειγμα στην Κύπρο ή στην Ιταλία, θα υπάρξει άρνηση χορήγησης δανείων απο τη στιγμή που το μη εξυπηρετούμενο ποσό θα ήταν ασταθές, και αν η ίδια η χώρα δεν μπορέσει να συμπληρώσει το κενό και να ανακεφαλαιοποιήσει τις τράπεζές της επαρκώς, θα σταματήσει η χρηματοδότησή τους και θα βγαίνουν απο την Ευρωζώνη.

Ένα ρητό του Jens Weidmann έδωσε αφορμή για την επόμενη ερώτηση.Σύμφωνα με αυτό «δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο απο λίγη πίεση της Αγοράς, προκειμένου οι άνθρωποι να κάνουν πράματα»

Αφού συμφώνησε με το ρητό, ο W. Buiter συνέχισε λέγοντας ότι, δεν είναι απο μόνο του αυτό αρκετό. Στην Ευρώπη για παράδειγμα πρέπει να βρεθεί η χρυσή τομή ανάμεσα στις δομικές μεταρρυθμίσεις και την λιτότητα. Και σε αυτές περιλαμβάνεται και ο τραπεζικός τομέας, ο οποίος χρειάζεται συρρίκνωση. Αυτό θα φανεί ειδικά τώρα που η ΕΚΤ θα αναλάβει τον έλεγχο. Σε ό,τι αφορά τη λιτότητα, αυτή είναι μέρος τη λύσης του προβλήματος. Η Ελλάδα για παράδειγμα πιέστηκε πολύ στον τομέα αυτό, έφερε σημαντικά αποτελέσματα, όπως 10% του ΑΕΠ μείωση πρωτογενούς ελλείμματος – πράμα το οποίο κανένα άλλο κράτος ενταγμένο σε πρόγραμμα του ΔΝΤ δεν έχει πετύχει – και τώρα πρέπει να χαλαρώσει. Δε θα πρέπει να ελλατωθεί τόσο, ωστόσο, ώστε να παραγκωνιστεί. Αυτό θα σημάνει αναζήτηση των πόρων που λείπουν εκτός αγοράς και κάτι τέτοιο είναι δύσκολο εως αδύνατο.

Οι Η.Π.Α υπέβαλλαν τις τράπεζές τους μετά την κρίση σε δυνατά στρες-τεστς τα οποία βοήθησαν στη σωστή ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Τίποτα απο αυτά δεν έχει συμβεί στην ευρώπη και ο Tomilson Hill αναρωτιέται αν μπορεί να γίνει κάτι πάνω σε αυτό.
Ο W. Buiter αναφέρει ότι τα στρες-τεστς που έγιναν απο την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή ήταν ένα αστείο κι αυτό, γιατί το πρόβλημα στην Ευρώπη είναι πιο μεγάλο. Ο τραπεζικός τομέας είναι μεγαλυτερος και τα απαιτούμενα κεφάλαια για να καλυφθούν οι τρύπες πολύ περισσότερα. Στα πέντε χρόνια της κρίσης, μόλις που έχουμε αρχίσει να κάνουμε αυτό που έπρεπε να είχαμε κάνει καιρό πριν. Καταλάβαμε ότι, ο τραπεζικός τομέας είναι η καρδιά του προβλήματος και τώρα είναι αναγκαία η εξυγίανσή του και η αναμόρφωσή του που περιλαμβάνει τις εγγυήσεις όλων των ανασφάλιστων πιστωτών πρωτού θεωρήσουμε εφικτό να μετθέσουμε τα εμπόδια της μεριάς της ζήτησης, στην πλευρά της ανάπτυξης.

CFR

Ο ηγετικός ρόλος της Γερμανίας σε ένα περιβάλλον ρευστό πολιτικά, καθώς εκρεμμούν εκλογές στη Γερμανία και δεν έχει ακόμη σχηματιστεί κυβέρνηση στην Ιταλία, αλλάζει τις προϋποθέσεις του παιχνιδιού σε μεγάλο βαθμό. Πώς διαμορφώνεται τώρα αυτή η κατάσταση;, ρώτησε ο T. Hill.

O W. Buiter αναγνώρισε ότι, υπάρχει έλλειψη ηγεσίας στην Ευρώπη. Πέρα απο την Α. Μέρκελ και τον Μ. Ντράγκι, όλες οι άλλες κυβερνήσεις και οι πολιτικοί ηγέτες δεν εμφανίζουν την απαιτούμενη απο τις περιστάσεις πολιτική πυγμή. Επιπλέον, από την στιγμή που η Ευρώπη δεν είναι ομοσπονδία και δεν πρόκειται να γίνει για πολλά πολλά χρόνια, η Γερμανία είναι ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει η Ευρώπη, αφού εξασφαλίζει την παροχή δανείων-έστω και «μαλακών» – καθώς και τη δυνατότητα σωτηρίας της Ευρωζώνης σε περίπτωση που ένα μεγάλο κράτος της όπως η Ιταλία δεν καταφέρει να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του. Γενικά, η Γερμανία, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Φινλανδία και άλλες χώρες του πυρήνα της Ευρωζώνης δεν θα επιτρέψουν τη Βαϊμαροποίηση του ισολογισμού της ΕΚΤ. Θα υπάρχει η Γερμανία στην ηγεσία χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μπορεί να αντικαταστήσει πολιτικούς θεσμούς σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη.
Στη συνέχεια ο λόγος δόθηκε στο κοινό, το οποίο υπέβαλλε ερωτήσεις στον W. Buiter. Σε ερώτηση για το μέλλον της Γαλλίας στην κρίση, ο κ Buiter τόνισε τον υπερμεγέθες του γαλλικού δημοσίου και την ανάγκη να περιοριστεί μέσα απο δημοσιονομική λιτότητα και την περικοπή του. Επιπλέον, τόνισε ότι, ο κ Ολάντ είναι δέσμιος της Αριστεράς πλέον και αυτό τον έχει οδηγήσει σε αρκετές λάθος επιλογές όπως η περιθωριοποίηση της ArchelorMittal, στην οποία ο υπουργός βιομηχανίας ανακοίνωσε ότι λύεται η συνεργασία τους αφού δε σέβονται την Γαλλία! Έτσι απομακρύνονται άμεσες ξένες επενδύσεις απο τη χώρα. Παρ’ όλ’ αυτά, η Γαλλία σε σχέση με την Ιταλία και την Ισπανία είναι σε πλεονεκτικότερη θέση, αφού διαθέτει ένα εξαιρετικό εκπαιδευτικό σύστημα και ισχυρή βαριά βιομηχανία και υποδομές.

Σχετικά με την πιθανότητα εξόδου της Βρετανίας απο την ΕΕ, ο W. Buiter τόνισε ότι, θα είναι μια απόφαση που θα ζημιώσει και τους δύο. Η Βρετανία θα έχανε σε ξένες επενδύσεις, θα υφίστατο μια απομόνωση και δεν θα είχε λόγο στα ευρωπαϊκά θέματα. Η Ευρώπη απο την πλευρά της θα προχωρούσε με πιο γοργούς ρυθμούς σε μια πιο κρατικοκεντρικής αντίληψης ενοποιημένη οικονομία.

Για τη θέση και τη δύναμη του Ευρώ μέχρι τώρα, ο W. Buiter τόνισε ότι, δύο είναι τα μέτρα που το καθορίζουν. Η εμπιστοσύνη και η Νομισματική πολιτική. Όταν κλονίζεται ένα απο τα δύο υπάρχει αστάθεια του νομίσματος. Αυτό έγινε φανερό στην περίπτωση της Κύπρου. Το καλό μέχρι τώρα είναι ότι, η Νομισματική Πολιτική της ΕΕ είναι ισχυρή και αυτό επιδρά και στην εμπιστοσύνη πάνω στο νόμισμα. Χώρες όπως η Ιαπωνία, οι ΗΠΑ και η Βρετανία έχουν νομισματική πολιτική που κρατά χαμηλά την ισοτιμία του νομίσματός τους σε αντίθεση με την ΕΕ που ακολουθεί μια πιο επεκτατική νομισματική πολιτική. Θα ήταν λοιπόν σοφό καποια στιγμή η ΕΕ να κάνει λιγότερο ελκυστικό το νόμισμα περιορίζοντας τα αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις με τις Κεντρικές τράπεζες και να μην κάνει ελκυστική για τις τράπεζες τη διαδικασία να παίρνουν τη ρευστότητα απο την ΕΚΤ και να την βάζουν πίσω στην ΕΚΤ πράγμα το οποίο γίνεται τώρα.

Ετικέτες: , , , , , , , , , , , , , , , , ,

Κατηγορίες: Διεθνείς Σχέσεις & Διεθνής Οικονομία, Εξωτερική Πολιτική & Ασφάλεια, Πολυμέσα, Πολιτική & Οικονομία

cube02

Subscribe to our RSS feed and social profiles to receive updates.

Αρέσει σε %d bloggers: